Οι Ορφικοί και η Ελληνική Προϊστορία
Από τους Ορφικούς προήλθαν οι πρώτες αρχές της Φυσιολογίας, της Κοσμογονίας, της Θεογονίας και της Φιλοσοφίας
από τη Νία Θεοφανίδου
Χιλιάδες χρόνια πριν εμφανιστούν οι Αιγύπτιοι, οι Χαλδαίοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Φοίνικες και οι άλλοι λαοί της Ανατολής, οι Ορφικοί, όπως αποδεικνύεται από τα κείμενα που μας κληροδότησαν, είχαν διατυπώσει τις θεωρίες τους περί Σύμπαντος, περί Φύσης, περί Ζωής, περί μονοθεΐας κ.λ.π.
Τις θεωρίες αυτές ούτε τις γνώριζαν, ούτε ήταν σε θέση να τις διατυπώσουν οι άλλοι αρχαίοι λαοί, όπως έχει εξακριβωθεί από τους ύμνους του Ορφέως. Όπως αναφέρει ο διαπρεπής Έλληνας αστρονόμος Κωνσταντίνος Χασάπης, πρώτα οι Ορφικοί είχαν συλλάβει και διατυπώσει την έννοια του ηλιοκεντρικού συστήματος. Πρώτοι αυτοί διατύπωσαν ότι ο ήλιος βρισκόταν κατά την εαρινή ισημερία στην περιοχή του Ταύρου από το 3620 π.Χ μέχρι το 1841 π.Χ, και από το 5000 π.Χ είχαν καθορίσει και καταγράψει τις διαδοχικές θέσεις του βορείου πόλου, ενώ από το 11860 π.Χ είχαν προηγμένες γνώσεις και μελετούσαν τα φαινόμενα του σύμπαντος, όταν καμία άλλη φυλή προοδευμένων ανθρώπων δεν υπήρχε στο προσκήνιο της ιστορίας.
Από τους Ορφικούς προήλθαν οι πρώτες αρχές της Φυσιολογίας, της Κοσμογονίας, της Θεογονίας και της Φιλοσοφίας, που αργότερα διατυπώθηκαν από τους προσωκρατικούς και από τους μετέπειτα μεγάλους Έλληνες φιλοσόφους και διανοητές.
Από την εποχή των Ορφικών είχαν τεθεί οι βάσεις της σημερινής επιστήμης, η οποία παρέλαβε τα πάντα εν σπέρματι ή σαν πλήρη θεωρεία ή διατύπωση και εδιδάχθει από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς.
Ως εκ τούτου είναι φανερό ότι οι Ορφικοί είχαν διεισδύσει πολύ βαθιά στα φυσικά φαινόμενα, και κυρίως στην έρευνα του Ουρανού, αλλά και στη μελέτη των πνευματικών εκδηλώσεων των ανθρώπων και των κοινωνιών.
Εφ’ όσον οι Ορφικοί γνώριζαν και κατέγραφαν φυσικά φαινόμενα του 3600, 5000 και 11860 π.Χ όπως αποδεικνύουν οι αστρονομικές έρευνες των παρατηρήσεων και των απόψεων τους, θα πρέπει να κατείχαν αυτές τις γνώσεις μερικές χιλιάδες χρόνια πριν για να καθορίζουν και να ερμηνεύουν στην εποχή τους, δηλαδή το 5000 ή 11860 π.Χ, τα φυσικά φαινόμενα που αναφέραμε πριν.
Αν δεν υπήρχαν οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί και ερευνητές, ασφαλώς η επιστήμη θα ήταν αδύνατο να προοδεύσει στην εποχή μας, χωρίς την αφετηρία και τις βάσεις που έθεσαν εκείνοι, αφού κατά γενική παραδοχή «η αρχή είναι το ήμισυ του παντός».
Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι φανερό ότι αν ο Σλήμαν με τις ανασκαφές που έκανε στη Τροία, στη Τίρυνθα, τον Ορχομενό και τις Μυκήνες και ο΄Εβανς στην Κνωσό, μετέθεσαν την Ελληνική ιστορία, παρά τις αντιδράσεις των ξένων, 1000 τουλάχιστον χρόνια πιο πριν, τότε ο Κ.Χασάπης με τη μελέτη του πάνω στους ύμνους του Ορφέως και την ερμηνεία τους αστρονομικώς, εξαπέστειλε την Ελληνική προϊστορία στο απώτατο παρελθόν και κατέστησε αναμφισβήτητο ότι το γένος των Ελλήνων προϋπήρχε του κατακλυσμού του Ωγύγου και την καταβύθιση της Αιγηίδος, δηλαδή ανέκαθεν. Επίσης, καθίσταται σαφές ότι από την εποχή που εμφανίστηκε ο άνθρωπος έζησε και ζει χωρίς να εκριζωθεί ή να αλλοιωθεί στον ίδιο χώρο στον οποίο υπάρχει και σήμερα.
Μετά από αυτό το τεράστιο άλμα στην προϊστορία σε ένα απροσδιόριστο χρονολογικά παρελθόν, προκύπτει η αναδιάρθρωση και τοποθέτηση, όχι μόνο της Ελληνικής προϊστορίας αλλά και του χώρου της Μεσογείου και της Μεσοποταμίας. Όπως αναφέρει και ο Κ.Χασάπης στο βιβλίο του «Ή αληθινή προϊστορία», φαίνεται ότι στο χώρο του Αιγαίου πριν την καταβύθιση της Αιγηίδος σημειώθηκε και ξεκίνησε ή εξημέρωση και ο εκπολιτισμός του ανθρώπου, και η πνευματική ανάπτυξη εκείνων που δημιούργησαν τον πολιτισμό. Σύμφωνα με διάφορους επιστήμονες ανθρωπολόγους και άλλα ανθρώπινα όντα είχαν εμφανισθεί σε άλλες περιοχές της γης (ανατολή, νότο & δύση) - πριν, συγχρόνως ή και αργότερα από τους Αιγαίους, Αρχαιοέλληνες, εν τούτοις κανένα από αυτά δεν επέδειξε ίχνη πολιτισμού.
Από τις ανασκαφές των αρχαιολόγων (1960-1984) και κυρίως από την ερμηνεία των «Ύμνων του Ορφέως», το έργο του εκπολιτισμού της ανθρωπότητας υπήρξε και είναι αποτέλεσμα των συνεχών προσπαθειών των Ελλήνων, των πανάρχαιων Αιγαίων των «Αρχαιοελλήνων» και όχι των «Πρωτοελλήνων» ή των «Ινδοευρωπαίων», όπως αποκαλούν τους Αρχαιοέλληνες διάφοροι αμαθείς.
Άλλωστε, από τις πανάρχαιες Ελληνικές παραδόσεις και τα κείμενα των Ελλήνων συγγραφέων αποδεικνύεται ότι οι Αιγαίοι, οι Αρχαιοέλληνες και οι απόγονοι τους, όχι μόνο δεν είχαν έρθει από άλλους τόπους στην Ελλάδα, αλλά αντιθέτως ξεκίνησαν από το χώρο του Αιγαίου. Εκτάθηκαν και εισχώρησαν σε όλες τις κατευθύνσεις του γνωστού και άγνωστου κόσμου της εποχής τους, από την απώτερη αρχαιότητα, αφυπνίζοντας, διαφωτίζοντας και εξημερώνοντας τις πρωτόγονες νομάδες φυλές όλων αυτών των περιοχών, από την ανατολή στη δύση και από τον βορρά στο νότο. Συνεπώς ήταν γηγενείς και αυτόχθονες στο χώρο.
Θεωρίες ορισμένων ανθρωπολόγων υποστηρίζουν ότι η Αφρική και οι ακτές της Μαύρης θάλασσας (Εύξεινος Πόντος) είναι ο χώρος που γεννήθηκε ο Homo Sapiens (ο εχέφρων άνθρωπος). Σφάλουν όμως, διότι οι ακτές της Μαύρης θάλασσας δεν ήταν κατάλληλες για την ανάπτυξη και εξέλιξη του ανθρώπου, αφού πριν από 15.000 ή 12.000 έτη, σύμφωνα με αρμόδιους επιστήμονες, καλύπτονταν από πάγους και συνεπώς ήταν αδύνατον να επιζήσει και να αναπτυχθεί άνθρωπος. Κατά τον ίδιον τρόπο οι φλεγόμενες περιοχές της Αφρικής δεν ήταν κατάλληλες για την εμφάνιση του έμφρονου ανθρώπου. Γενικά, οι περιοχές του βορρά και του νότου δεν ανέδειξαν προηγμένους ανθρώπους (Η αληθινή προϊστορία – Κ.Χασάπης).
Συνεπώς ο πολιτισμένος άνθρωπος είναι δημιούργημα της ευκράτου ζώνης και εμφανώς της περιοχής της Μεσογείου, και κυρίως της Ανατολικής. Εκεί εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε πριν την καταβύθιση της Αιγηίδος, όπου εξελίχθηκε με την πάροδο των ετών και έφθασε στην ανώτατη βαθμίδα ανάπτυξης του το γένος των Ελλήνων.
Συνεπώς, αποδεικνύεται από τους Ορφικούς, όχι μόνον η πανάρχαια καταγωγή των Ελλήνων, αλλά και η αδιάσπαστη συνέχεια και συγγένεια του πνεύματος και των γνώσεων των Αρχαιοελλήνων με τους διανοητές και σοφούς της ιστορικής περιόδου.
Πηγές:
Ιωάννης Δ. Πασσάς, Τα Ορφικά», Εκδόσεις «Εγκυκλοπαίδεια του ΗΛΙΟΥ», Αθήνα
.