Στην περίοδο των 12 ημερών από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα συμπεριλαμβάνονται και πολλά Ηλιολατρικά έθιμα.
Στην λαογραφία και στην κοινωνική ανθρωπολογία, Ηλιολατρεία, είναι κάθε προσπάθεια να φτιαχτεί ένα μικρό αντίγραφο του Ηλίου επί της Γης, γύρω από το οποίο τελούμε ορισμένες τελετουργικές πράξεις.
Και το μικρό αντίγραφο του Ηλίου το οποίο δημιουργείται στη Γη είναι η πυρά. Η φωτιά την οποία ανάβουμε όχι για πρακτικούς λόγους, δηλαδή για να ζεσταθούμε ή να ψήσουμε το φαγητό μας, αλλά για να τελέσουμε κάποια έθιμα γύρω της.
Τέτοιες εθιμικές πυρές ανάβονται την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη όπως π.χ στη Φλώρινα, γύρω από τις οποίες τελούνται ορισμένες συμβολικές πράξεις.
Στην Καππαδοκία παραμονή Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Φώτων άναβαν τελετουργικές πυρές στο προαύλιο της εκκλησίας ή στην πλατεία του χωριού, όπου οι άνθρωπο χόρευαν γύρω τους, πηδούσαν από πάνω τους, και στο τέλος έπαιρναν την στάχτη την οποία θεωρούσαν ιαματική.
Αλλά και το τζάκι χρησιμοποιείτο σαν τέτοιο υποκατάστατο. Ένα μεγάλο μέρος της οικιακής λατρείας, της λατρείας που γινόταν σε οικιακό επίπεδο χωρίς ιερέα, με πρωταγωνιστή τον πατέρα του σπιτιού ή σε ορισμένες κοινωνίες όπως στους Σαρακατσάνους με την πιο γριά της οικογένειας είχε άμεσο κέντρο το τζάκι.
Στο τζάκι τοποθετούσαν το μεγάλο Χριστόξυλο που έκαιγε περίπου 12 ημέρες. Όταν το ξύλο καιγόταν μάζευαν στάχτη του, την οποία θεωρούσαν ιερή, με μεγάλη προσοχή. Τη στάχτη αυτή την χρησιμοποιούσαν για θεραπευτικούς σκοπούς, την έβαζαν σε ένα ποτήρι με νερό και την έπιναν για να τους περάσει ο πονοκέφαλος. Επίσης την σκορπούσαν όταν είχε κακοκαιρία για να σταματήσει.
Στο τζάκι συνήθιζαν να ρίχνουν και προσφορές. Στη Θράκη σκόρπαγαν ξηρούς καρπούς, έριχναν φύλλα ελιάς, και από το θόρυβο που έκαναν προσπαθούσαν να βγάλουν διάφορα μαντεύματα.
Το τζάκι το έκαιγαν για έναν ακόμα λόγο, με τη φωτιά του εμπόδιζαν τους καλικάτζαρους να κατεβούν στο σπίτι, διότι η κύρια είσοδος των δαιμονικών στο σπίτι ήταν η καμινάδα του τζακιού, το άνοιγμα προς τον έξω κόσμο.
Την παραμονή των Χριστουγέννων στην Ανατολική Θράκη και στη Ανατολική Ρωμυλία συνήθιζαν να κάνουν ένα τελετουργικό, εορταστικό, νηστίσιμο τραπέζι. Το τραπέζι ήταν νηστίσιμο - την παραμονή των Χριστουγέννων νήστευαν ακόμα και το λάδι – αλλά πανηγυρικό. Επάνω του υπήρχαν 9 είδη φαγητών, ψωμί, κρασί φασόλια βρασμένα, χόρτα ελιές, και διάφορα είδη φρούτων. Πριν καθίσουν σε αυτό ο πατέρας έπαιρνε ένα κεραμίδι, το γύριζε ανάποδα και έβαζε μέσα σε αυτό κάρβουνα από το τζάκι και θυμίαμα. Με το κεραμίδι σαν θυμιατό θύμιαζε το τραπέζι σταυρωειδώς και κατόπιν τα μέλη της οικογένειας λέγοντας διάφορες ευχές. Καμιά φορά έβγαινε και στο στάβλο ή το κοτέτσι και θύμιαζε και τα ζώα του σπιτιού.
Η δύναμη προέρχεται από το κάρβουνο που παίρνουμε από το τζάκι, άρα έχουμε τη βασική ιδέα της δύναμης της φωτιάς.
Δαιμονικές μορφές και καλικάτζαροι
Τα δαιμονικά τα οποία υπάρχουν στα δάση, κυρίως στη Δυτική Ευρώπη, τα ξωτικά και οι νεράιδες που στολίζουμε τα σπίτια μας και εμείς τα λέμε καλικατζάρους, οι Ευρωπαίοι τα έχουν σαν πνεύματα που σχετίζονται με τη φύση και τη γονιμότητα της Γης.
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για τους καλικάτζαρους, αλλά η επικρατέστερη είναι ότι προέρχονται από τους δαίμονες της βλάστησης. Τους συσχέτιζαν επίσης και με τις ψυχές των νεκρών προγόνων, που έβγαιναν στον επάνω κόσμο με δαιμονική υπόσταση. Μια άλλη ακόμα εκδοχή είναι ότι συνδέονται άμεσα με τη σοδειά η οποία πρόκειται να έρθει.
Οι καλικάτζαροι φόβιζαν τους ανθρώπους οι οποίοι τους ξόρκιζαν με συμβολικό τρόπο. Έκαιγαν δύσοσμες ουσίες, έκαναν θορύβους στο τζάκι ή χρησιμοποιούσαν την κάτω γνάθο από το γουρούνι που έσφαζαν στα χοιροσφάγια.
Με τους καλικατζάρους συνδέονται και οι δωδεκαημερίτικες μεταμφιέσεις. Μεταμφιέσεις δεν έχουμε μόνο τις Αποκριές αλλά και το δωδεκαήμερο.
Σε πολλές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας η οποία είναι πιο παραδοσιακή έχουμε τις δωδεκαημερίτικες μεταμφιέσεις οι οποίες είναι ζωόμορφες ή θηριόμορφες. Οι άνθρωποι εκεί μεταμφιέζονται με προβιές, κρεμάνε μεγάλα κουδούνια, κρατούν ξύλινα σπαθιά, και τρέχουν στους δρόμους του χωριού φωνάζουν και δημιουργούν θορύβους. Στη Νικήσιανη του Παγγαίου τους ονομάζουν Αράπηδες και στην Έδεσσα Βούλες και Γενίτσαρους. Η υπόσταση αυτών των μεταμφιεσμένων είναι η μίμηση των δαιμονικών.
Τα δαιμονικά, οι καλικάτζαροι και οι μεταμφιεσμένοι είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Είναι η προσπάθεια να σχηματοποιηθούν οι δυνάμεις της φύσης, τη δύναμη των οποίων χρειάζεται η σοδειά η οποία επίκειται.
Στo επόμενο άρθρο θα έχουμε τα γούρια της Πρωτοχρονιάς, το δέντρο των Χριστουγέννων και ο Άη Βασίλης
*Απόσπασμα από την ομιλία «Τα έθιμα του δωδεκαημέρου», του καθηγητή πανεπιστημίου Εμμανουήλ Βαρβούνη.
Διαβάστε επίσης: