Η νευρική ανορεξία είναι γένους θηλυκού
H νευρική ανορεξία είναι πάθηση αλλά όχι ανίατη.
Υπάρχει λύση.
Πληροφορίες γι αυτήν δίνει η κα Ευτυχία Χαλά, παθολόγος, επιμελήτρια στο τμήμα διαβήτη παχυσαρκίας και μεταβολισμού του Μετροπόλιταν νοσοκομείου.
Η νευρογενής ανορεξία περιλαμβάνεται στο ευρύτερο πλαίσιο των «διαταραχών πρόσληψης τροφής», διαταραχών πολύ κοινών στις ημέρες μας, ιδίως στις νεαρές γυναίκες.
Η νόσος αυτή διαγιγνώσκεται όταν πληρούνται τα παρακάτω κριτήρια:
Σωματικό βάρος <85% του αναμενόμενου (ή ΒΜΙ<17,5)
Έντονος φόβος για αύξηση βάρους
Λανθασμένη εικόνα του/της ασθενούς για το βάρος ή την εμφάνισή του/της
Αμηνόρροια (πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής)
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ
Ο επιπολασμός της νευρογενούς ανορεξίας εκτιμάται σε 1% στα έφηβα κορίτσια αν και η επίπτωση υποκλινικών μορφών φθάνει το 10% σε κοπέλες 16-25 ετών.
ΑΙΤΙΑ
Η διαταραχή αυτή παρουσιάζεται συχνότερα σε άτομα μέσης-ανώτερης κοινωνικοοικονομικής τάξης και ιδίως σε άτομα που ασχολούνται με δραστηριότητες που απαιτούν χαμηλό βάρος (μπαλέτο, γυμναστική, μόντελινγκ). Συχνά εξάλλου, υπάρχει και οικογενειακό ιστορικό διαταραχής πρόσληψης τροφής, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι συνήθως η εμφάνιση νευρογενούς ανορεξίας ακολουθεί μετά από μια στρεσσογόνο κατάσταση. 40-45% των ανορεκτικών αναρρώνουν πλήρως, 30% βελτιώνονται και 25% έχουν χρόνια πορεία. Η θνητότητα είναι 10-15%, η υψηλότερη από οποιαδήποτε άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Αιτίες θανάτου: Υποσιτισμός, αυτοκτονία, παθολογικές επιπλοκές, μεταξύ των οποίων καρδιακή ανακοπή. Η θνητότητα είναι υψηλότερη όταν η ηλικία εμφάνισης είναι προχωρημένη, όταν η νόσος διαρκεί πολύ και όταν έχει σημειωθεί σοβαρή απώλεια βάρους.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Τι θα παρατηρήσει το άμεσο περιβάλλον του/της ασθενούς; Αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, αποφυγή συνεστιάσεων, άρνηση ζυγίσματος, στοιχεία κατάθλιψης, απομόνωση από φίλους και γνωστούς, αδικαιολόγητες απουσίες από την εργασία ή το σχολείο, υπερβολική ίσως άσκηση, κατάχρηση ουσιών (πχ αλκοόλ).
Συνήθως ο ασθενής με νευρογενή ανορεξία θα προσέλθει στον παθολόγο αιτιώμενος μεγάλη απώλεια βάρους (όχι ο ίδιος ο ασθενής αλλά το περιβάλλον του) ή αμηνόρροια ή αδυναμία-καταβολή.
Σε ό,τι αφορά στην απώλεια βάρους, ο ιατρός καλείται να κάνει διαφορική διάγνωση από άλλα νοσήματα που μπορούν να προκαλέσουν μεγάλη απώλεια βάρους και συγκεκριμένα, από α)φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, β)σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, γ)κακοήθειες και δ)υπερθυρεοειδισμό. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να τονιστεί ότι στα παραπάνω νοσήματα ο ασθενής ανησυχεί για την απώλεια βάρους, ενώ στη νευρογενή ανορεξία χαρακτηριστικά αδιαφορεί για αυτή.
Σε ό,τι αφορά στην αμηνόρροια, ο παθολόγος καλείται να κάνει διαφορική διάγνωση από τα παρακάτω νοσήματα: α)υποθαλαμική δυσλειτουργία (30%), β)σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (30%), γ)προλακτινώματα (15%), δ)ωοθηκική ανεπάρκεια (15%) και ε)προβλήματα από το ενδομήτριο (5%).
Από την κλινική εξέταση του ανορεκτικού ασθενούς θα διαπιστωθούν ευρήματα τα οποία όλα οφείλονται στον υποσιτισμό: υπόταση, βραδυκαρδία, υποθερμία-δυσανεξία στο κρύο, ξηροδερμία-κνησμός, υπερκαρωτιναιμία, λέπτυνση τριχών κεφαλής-εύθραυστα νύχια, χνούδι προσώπου και βραχιόνων, ακροκυάνωση, ατροφία μαστών, πρόπτωση μιτροειδούς και πιθανώς ευρήματα οστεοπόρωσης όταν η νόσος χρονίζει.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα εργαστηριακά ευρήματα που πιθανώς θα διαπιστωθούν στον ασθενή με νευρογενή ανορεξία είναι: υπονατριαιμία, υπογλυκαιμία (αν και ασυμπτωματική), λευκοπενία, ουδετεροπενία, αναιμία, θρομβοπενία, μειωμένη ΤΚΕ, "low T3 syndrome" με χαμηλά επίπεδα Τ3, Τ4 αλλά φυσιολογικά ή μετρίως μειωμένα επίπεδα TSH, υπερκορτιζολαιμία και αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης ούρων, υπογοναδοτροφικός υπογοναδισμός με χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων (και χαμηλή τεστοστερόνη σε άρρενες), χαμηλή οστική πυκνότητα, ευρήματα στο ηλεκτροκαρδιογράφημα με επιρρέπεια σε αρρυθμίες, υπερχοληστερολαιμία λόγω διαταραγμένου μεταβολισμού της χοληστερόλης.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η αντιμετώπιση του ανορεκτικού ασθενούς μπορεί να γίνει σε εξωτερική βάση ή ενδονοσοκομειακώς ανάλογα με τη βαρύτητα του περιστατικού. Πιο συγκεκριμένα, ενδείξεις για ενδονοσοκομειακή αντιμετώπιση είναι 1)έντονη ανωμαλία ζωτικών σημείων με καρδιακή συχνότητα <35-40/min και συμπτωματική υπόταση 2)βάρος <70-75% του ιδανικού βάρους, 3)ταχεία και σοβαρή απώλεια βάρους μη ανταποκρινόμενη στην εξωνοσοκομειακή θεραπεία, 4)καρδιακές αρρυθμίες ή παρατεταμένο διάστημα QT στο ηλεκτροκαρδιογράφημα, 5)αδυναμία διατήρησης θερμοκρασίας σώματος μεγαλύτερης από 36.1°C, 6)στοιχεία κατάθλιψης με αυτοκαταστροφικές και αυτοκτονικές τάσεις.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στον τρόπο επανασίτισης του ασθενούς, η οποία πρέπει να γίνει με ρυθμό 0,45 κιλά την εβδομάδα σε μη νοσηλευόμενα άτομα και 0,9-1,35 κιλά την εβδομάδα σε νοσηλευόμενα άτομα. Για την επανασίτιση απαιτούνται αρχικά 800-1000 θερμίδες την ημέρα με σταδιακή αύξηση κατά 200-300 θερμίδες κάθε 3-4 ημέρες, ανάλογα με την ανοχή του ασθενούς και ανάλογα με την αύξηση βάρους. Να σημειωθεί ότι κατά την πρώιμη περίοδο επανασίτισης παρατηρείται ταχεία αύξηση βάρους λόγω κατακράτησης υγρών και λόγω του μειωμένου μεταβολικού ρυθμού ηρεμίας. Ένας σημαντικός κίνδυνος που υφίσταται κατά τις πρώτες 2-3 εβδομάδες είναι το "σύνδρομο επανασίτισης" το οποίο εκδηλώνεται με καρδιαγγειακό collapsus μετά από εντερική ή παρεντερική πρόσληψη τροφής υψηλής περιεκτικότητας σε θερμίδες. Το σύνδρομο αυτό κλασικά αφορά σε ηλεκτρολυτικές διαταραχές ιδίως υποφωσφατασαιμία και σε καρδιακή ανεπάρκεια λόγω της καρδιακής ατροφίας κατά τον υποσιτισμό. Έτσι, είναι απαραίτητη η στενή παρακολούθηση των ηλεκτρολυτών και της καρδιακής λειτουργίας κατά την πρώιμη περίοδο επανασίτισης ιδίως των πιο σοβαρών περιστατικών.
Επιπροσθέτως, όλοι οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν πολυβιταμινούχο συμπλήρωμα με σίδηρο και ασβέστιο, ενώ έχει βρεθεί ότι συμπλήρωμα ψευδαργύρου (14mg στοιχειακός ψευδάργυρος την ημέρα) μπορεί να βοηθήσει στην αύξηση του βάρους και στη βελτίωση της συναισθηματικής κατάστασης του ασθενούς. Φαρμακευτικώς, μετοκλοπραμίδη (primperan) μπορεί να βοηθήσει αν ο ασθενής παραπονιέται για κοιλιακή δυσφορία "φούσκωμα" κατά την επανασίτιση.
Στην παρακολούθηση της εξέλιξης του βάρους του ασθενούς πρέπει να σημειωθεί ότι το ζύγισμα του ασθενούς πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή και να επιβεβαιώνεται ότι η ουροδόχος κύστη είναι άδεια, ή ακόμη να ελέγχεται και το ειδικό βάρος των ούρων προκειμένου να διαπιστώνεται πιθανή υπερφόρτωση με νερό για ψευδή "αύξηση" του βάρους.
Στη συνολική πορεία και πρόγνωση της νόσου έχει ιδιαίτερη σημασία η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή της από ομάδα ειδικών παθολόγων και διαιτολόγων. Παράλληλα ο ασθενής επιβάλλεται να παρακολουθείται από ψυχίατρο-ψυχολόγο για την αντιμετώπιση της ψυχολογικής συνιστώσας της νόσου και όχι μόνο των οργανικών συνεπειών-επιπλοκών αυτής.
Πηγή: boro.gr