Ο ρόλος των προβιοτικών στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου
Το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου αποτελεί μια συνηθισμένη διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από την συνύπαρξη κοιλιακών ενοχλημάτων ή πόνου και αλλαγών στις συνήθειες του εντέρου.
Οι ασθενείς παραπονούνται για δυσκοιλιότητα, διάρροια ή εναλλαγή αυτών. Ανάλογα με το κυρίαρχο σύμπτωμα διακρίνονται τρεις κατηγορίες (με δυσκοιλιότητα, διάρροια ή μικτή διαταραχή). Ως νοσολογική οντότητα αφορά το 10-20% του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες, είναι η συνηθέστερη αιτία επίσκεψης στα εξωτερικά γαστρεντερολογικά ιατρεία, ενώ παράλληλα επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Παρά την υψηλή του συχνότητα και την αρνητική επίπτωση στην ποιότητα ζωής των πασχόντων, οι διαθέσιμες αποτελεσματικές θεραπείες είναι περιορισμένες. Η προτεινόμενη αγωγή εξαρτάται από τον τύπο του συνδρόμου και περιλαμβάνει: σπασμολυτικά φάρμακα, αντιχολινεργικά, υπακτικά ή αντιδιαρροϊκά, αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά, αγωνιστές ή ανταγωνιστές σεροτονίνης, αντιβιοτικά, ψυχοθεραπεία και ακόμη εναλλακτικές μεθόδους αντιμετώπισης. Η επιλογή αλλά και η αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών προσεγγίσεων σχετίζεται με τους ποικίλους παθογενετικούς μηχανισμούς-αίτια που μπορεί να υπόκεινται του συνδρόμου. Σε αυτά περιλαμβάνονται η διαταραχή της κινητικότητας του εντέρου, η σπλαχνική υπερευαισθησία, η δυσανεξία σε τροφές, η μεταβολή της εντερικής χλωρίδας, και οι μεταλοιμώδεις ή φλεγμονώδεις μεταβολές.
Διαβάστε περισσότερα στο boro.gr