Η ομοιοπαθητική προσέγγιση στο διαβήτη
Αναλύοντας τον διαβήτη από την πλευρά της ομοιοπαθητικής και της συμβατικής ιατρικής, θα καταλάβετε την διαφορά.
Υπάρχουν πολλές νόσοι για τις οποίες ο κόσμος αναγνωρίζει την δύναμη της ομοιοπαθητικής. Υπάρχουν βέβαια και πολλές άλλες που ο κόσμος μπορεί να πιστεύει ότι η συμβατική ιατρική έχει καλύτερα αποτελέσματα. Αναλύοντας τον διαβήτη από την πλευρά της ομοιοπαθητικής και της συμβατικής ιατρικής, θα καταλάβετε την διαφορά.
Θα ξεκινήσω την ανάλυση, εξηγώντας τι είναι ο διαβήτης από την πλευρά της ιατρικής. Αν ρωτήσετε κάποιο γιατρό θα σας πει ότι είναι η αύξηση του σακχάρου στο αίμα η οποία προκαλείται από ανεπάρκεια ινσουλίνης. Όταν τρώμε διάφορους υδατάνθρακες όπως ρύζι, ζάχαρη και αμυλώδη, αυτά πέπτονται στα έντερα και απλοποιούνται σε γλυκόζη. Η γλυκόζη αυτή απορροφάται από την κυκλοφορία του αίματος και μεταφέρεται σε διάφορα μέρη του σώματος. Η γλυκόζη είναι η ενέργεια για διάφορα όργανα και κύτταρα του σώματός μας. Για να πάει όμως η γλυκόζη από την κυκλοφορία μέσα στα κύτταρα είναι απαραίτητη η ινσουλίνη. Αν δεν υπάρχει αρκετή ινσουλίνη, τότε δεν μπορεί η γλυκόζη να εισέλθει στα κύτταρα στην κατάλληλη ποσότητα που χρειάζεται ο οργανισμός. Έτσι μένει μέσα στο αίμα και το επίπεδο της γλυκόζης στο αίμα αυξάνεται. Όταν αυτή η αύξηση θα παρατηρηθεί στον οργανισμό, ο γιατρός θα προσπαθήσει να την ελέγξει με τρεις τρόπους.
Ο πρώτος τρόπος είναι μια δίαιτα χαμηλή σε αμυλώδη έτσι ώστε να μπορεί να ισορροπήσει η ανεπάρκεια της ινσουλίνης. Ο δεύτερος τρόπος που τον προτείνουν, όταν η δίαιτα αποτύχει να ελέγξει το σάκχαρο, είναι τα αντιδιαβητικά χάπια που έχουν ως σκοπό να μειώσουν το σάκχαρο στο αίμα και ο τρίτος τρόπος (αν αποτύχουν και τα χάπια) είναι να συμβουλεύουν την χρήση ινσουλίνης με ενέσεις.
Όπως σας εξήγησα παραπάνω ο διαβήτης οφείλεται στην έλλειψη ινσουλίνης... ή τουλάχιστον έτσι πιστεύαμε όλοι μέχρι και σήμερα. Έρχεται όμως μια νέα άποψη να μας καταρρίψει αυτήν την ιδέα που είχαμε και να μας δώσει νέα προοπτική και διάσταση στο θέμα.
Έχουν εμφανιστεί ορισμένες μέθοδοι εύρεσης για την ακριβής ποσότητα ινσουλίνης που υπάρχει μέσα στο αίμα. Όταν λοιπόν ανακαλύφθηκαν αυτές οι μέθοδοι, προς μεγάλη έκπληξη, πολλών διαπιστώθηκε ότι στη πλειονότητα των διαβητικών, το ποσοστό της ινσουλίνης στο αίμα ήταν κανονικό και μερικές φορές περισσότερο από το κανονικό. Οπότε ξεκινάει η διαφοροποίηση του διαβήτη σε δύο τύπους: α. σε αυτόν όπου υπάρχει έλλειψη ινσουλίνης –τύπος 1 διαβήτη ή νεανικός (που μπορεί να εμφανιστεί σε νεαρή ηλικία και β. όταν η ινσουλίνη είναι κανονική – τύπος διαβήτη 2 ή διαβήτης που επέρχεται σε ώριμη ηλικία (συνήθως μετά τα 30).
Για τον διαβήτη τύπου 2 που εκδηλώνεται σε ώριμη ηλικία, αφού στις περισσότερες φορές δεν εμφανίζεται ανεπάρκεια ινσουλίνης, τότε πιθανότατα υπάρχει μια ατέλεια στην ικανότητα αντίληψης ινσουλίνης στους ιστούς. Αυτό είναι απλά μια σκέψη.
Σε μια φυλή των Ινδιάνων των Ηνωμένων πολιτειών, ο διαβήτης είναι συνήθης, αλλά οι καρδιακές κρίσεις σπάνιες. Στην ίδια χώρα το 75% των διαβητικών πεθαίνουν από καρδιακές προσβολές.
Γηγενείς Ινδιάνοι της Νότιας Αφρικής έχουν όμοιες δίαιτες αναφορικά προς την αναλογία υδατανθράκων, πρωτεϊνών και λιπών, αλλά οι αγγειακές επιπλοκές είναι σπάνιες στους Νότιο-Αφρικανούς με διαβήτη, ενώ είναι συνήθεις στους Ινδιάνους.
Έτσι μπορούμε να δούμε τον διαβήτη των Ινδιάνων των Ηνωμένων Πολιτειών να διαφέρει από των Ινδιάνων της Νοτίου Αφρικής.
Ο διαβήτης δεν είναι μια νόσος, αλλά διαφέρει από ασθενή σε ασθενή. Ακόμα και ο τρόπος που ο κάθε ασθενής ανταποκρίνεται στην θεραπεία είναι διαφορετικός.
Η πλευρά της ομοιοπαθητικής στο συγκεκριμένο θέμα ξεκινάει από την προσέγγιση του Kent , ο οποίος μας λέει «εκείνος που λέει ότι ο διαβήτης είναι νόσος, είναι παρανοϊκός στην ιατρική. Μιλάει για είδη διαβήτη».
Η ομοιοπαθητική δεν ασχολείται με το τι είδους είναι ο διαβήτης και υποστηρίζει ότι όλα είναι μέρος της διαβητικής διεργασίας. Ο κάθε άρρωστος έχει μια διαφορετική ιδιοσυγκρασία, εννοώντας ότι έχει το ιδιαίτερο ατομικό του σώμα, ψυχισμό και νόσο. Γι' αυτό ακριβώς τον λόγο διαφορετικά άτομα παθαίνουν διαβήτη σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, διαφορετικής βαρύτητας, με διάφορες επιπλοκές.
Η ομοιοπαθητική προσπαθεί να βρει ένα φάρμακο που να έχει τον ψυχικό χαρακτήρα του ασθενή, τις σωματικές του ιδιότητες καθώς και τις διάφορες επιπλοκές του αρρώστου. Αυτός είναι ο λόγος που θα διαλέξει διαφορετικό φάρμακο για τον κάθε ένα ξεχωριστά.
Έχει επιβεβαιωθεί ότι το stress είναι ένας πρωταρχικός συνεργάτης στην διαβητική διεργασία. Αν το stress απομακρυνθεί, τότε υπάρχει σημαντική βελτίωση.
Κάθε διαβητικός έχει την δική του νοσηρή κατάσταση η οποία χειροτερεύει το διαβήτη του παράλληλα με άλλα πράγματα. Η δουλειά του ομοιοπαθητικού είναι να αναγνωρίσει αυτή την νοσηρή κατάσταση και να την θεραπεύσει με το όμοιο φάρμακο.