Ύστερα από πολύ καιρό, ο ταχυδρόμος κτύπησε την πόρτα σου. Παραξενεύτηκες βέβαια, αφού έχεις συνηθίσει να ζεις στην πραγματικότητα του διαδικτύου και των e-mails. Και κάτω από το συλλεκτικό γραμματόσημο που μοιραζόταν με τον λινό vintage φάκελο μια παλιά αίγλη, υπήρχαν τα στοιχεία του αποστολέα:
Χείρων ο Κένταυρος!
Απορημένος το άνοιξες και, πριν καν αρχίσεις να διαβάζεις, σε συνεπήρε η γλυκιά μυρωδιά του παλιού χαρτιού.
Παιδί μου
Αποφάσισα να σου γράψω με την ευκαιρία της άφιξής μου στον Κριό. Μου αρέσει, ξέρεις, να επισκέπτομαι ξανά μέρη που έχω περπατήσει στο παρελθόν, αφού λίγο, τόσο δα, να σκάψω πίσω από την επιφάνεια των πραγμάτων, αναδύονται μνήμες και νοσταλγικοί ρυθμοί, που κάποτε έσπειρα.
Δεν θέλω όμως να σου φάω την ώρα με τα δικά μου. Εσύ με ενδιαφέρεις και οι μνήμες σου, αυτές που ο πόνος κι η χαρά τους έχουν ξεθωριάσει, μα καρτερούν την στιγμή που θα λευτερωθούν, σαν την μυρωδιά που τώρα απολαμβάνεις.
Θέλω λοιπόν να σου θυμίσω την ιστορία της ζωής σου:
Σε βλέπω να πασχίζεις και να βασανίζεσαι. Σπρώχνεις, κολυμπάς για να φτάσεις στην πηγή σου, στον χαμένο σου παράδεισο. Εκεί που κάποτε κολυμπούσες, με συντροφιά το τραγούδι της μάνας, τον ήχο και την ανάσα του Θεού σου. Εκεί που μετάλαβες για πρώτη φορά το μυστήριο της ζωής, εκεί όπου ένιωσες για πρώτη φορά την αγάπη σου.
Κι όταν μια μέρα η ευτυχία σου διακόπηκε και βγήκες στη στεριά, σου έμεινε το παράπονο κι ένα πελώριο "Γιατί". Το πρώτο σου… Έκλαψες πολλές φορές από τότε μα κανείς δεν σου απάντησε. Δεν άκουσες ούτε μια συγγνώμη που σε έβγαλαν από τον παράδεισό σου. Σου τον πήραν ξαφνικά, σου τον έκλεψαν!
Ερωτικά 2018: Μάθε τι θα συμβεί το 2018 στην ερωτική σου ζωή
Μα δεν θα τους περνούσε. Τότε ήταν που υποσχέθηκες στον εαυτό σου πως δεν θα ξεχάσεις ποτέ την πρώτη σου ευτυχία, την πρώτη σου αγάπη. Την κράτησες για πάντα μέσα σου, καλά κρυμμένη στο κουκούλι της καρδιάς σου.
Όταν κάποια χρόνια αργότερα άκουσες για τους πρωτόπλαστους, που ο Θεός έδιωξε από τον παράδεισό τους, η ψυχή σου αγρίεψε. Η ιστορία τους σου θύμισε τη δική σου και γρήγορα η αρχική απορία σου μετατράπηκε σε θυμό. Κόντρα σε ό,τι πρόσταζε η καρδιά σου, έμαθες ότι τους αγαπούσε αλλά αυτοί τον παράκουσαν και γι’ αυτό τους τιμώρησε, τους εξόρισε μια για πάντα από τον παράδεισο. Μα γίνεται αυτό; Ήταν δυνατόν η ίδια σου η μάνα να σε απαρνηθεί;
Ήταν φανερό πως επρόκειτο για μια καλοστημένη πλεκτάνη. Ήθελαν να σε πείσουν ότι το σφάλμα ήταν δικό σου, ότι εσύ έκανες κάτι αλλά αυτό ήταν ένα μεγάλο ψέμα. Εσύ ήθελες να μείνεις για πάντα στον παράδεισο, αυτοί δεν σε άφησαν. Και το ένοιωθες ότι όλη αυτή η ιστορία με τους πρωτόπλαστους δεν ήταν παρά μια άθλια προπαγάνδα.
Ήταν φανερό ότι αυτός ο νέος κόσμος που σε έφεραν με το ζόρι υπέφερε από φρικτές αδυναμίες, που με ευκολία φόρτωνε σε ξένες πλάτες. Τις δικές σου, μα και όλων των υπολοίπων. Ένοιωσες να σε πνίγει το άδικο, μα κάθε φορά που τολμούσες να αντιδράσεις, απαιτώντας να πάρεις πίσω την κλεμμένη ευτυχία σου, σε πότιζαν με το φαρμάκι της λογικής. Έτσι ονομάτιζαν την βασίλισσα του κόσμου τους.
Κι όσο εσύ τους απευθυνόσουν με την καρδιά σου, τόσο εκείνοι την απαξίωναν.
Σου έλεγαν ότι θα μεγαλώσεις και θα μάθεις. Τι θα μάθαινες; Πώς ξεριζώνουν την γαλήνη, πώς σκοτώνουν την ευτυχία, πώς γίνεσαι δυστυχισμένος…
Έκαναν τα πάντα για να ξεχάσεις ή πιο σωστά αντάλλαξαν τις μνήμες σου με δικές τους, τις «καθώς πρέπει». Η ζώσα φαντασία σου φυλακίστηκε κι αυτή σε δομές και σχήματα.
Πριν, ένοιωθες το σκίρτημα της πεταλούδας και τη ζωή που κρύβεται σε ένα τόσο δα σποράκι, αφουγκραζόσουν την ίδια τη γη, τον άνεμο και τα νερά που ταξίδευαν τους θρύλους σου. Τώρα πια όμως έπρεπε να μιμηθείς τον φωτεινό παντογνώστη, που ύπουλα σου σέρβιραν σε μια ημέρα γιορτής.
Τα δικά σου παραμύθια, δεν τα άκουγαν καν γιατί ήταν γραμμένα στη γλώσσα της καρδιάς σου. Δεν είχαν ούτε συντακτικό, ούτε γραμματικούς κανόνες. Σε φόρτωσαν όμως με δικά τους παραμύθια, μια πλούσια τροφή για τον εγκέφαλο σου, όπως έλεγαν. Η Κοκκινοσκουφίτσα, ο Κοντορεβυθούλης, η Χιονάτη και οι 7 νάνοι, η Σταχτοπούτα δεν ήταν παρά απομιμήσεις της γνήσιας φαντασίας σου. Ήταν κατασκευάσματα του μυαλού των «μεγάλων», γεμάτα σοφίες και διδαχές.
Με άλλοθι ένα κάποιο happy end, διηγούνταν περιπέτειες γεμάτες φθόνο, ζήλια και κακία. Ό,τι ακριβώς περιείχε το μυαλό τους και δεν μπορούσαν να το νικήσουν εύκολα. Για παρηγοριά, λοιπόν, έβαζαν το «καλό» να θριαμβεύει επάνω στο «κακό» κι ήταν όλοι ευχαριστημένοι.
Οι κατασκευασμένες φιγούρες διδαχής, έγιναν οι σύντροφοι των παιδικών σου χρόνων, των χρόνων που άρχισε η μεγάλη σφαγή της ενσυναίσθησής σου. Κι ό,τι διασώθηκε από την παιδικότητα σου, κλείστηκε σε κουτιά και μπήκε σε αποθήκες.
Οικονομικά 2018: Μάθε τι θα συμβεί στον οικονομικό τομέα
Μα μέσα σε όλη αυτήν την ίντριγκα, υπήρχε και κάτι ακόμη πιο σατανικό.
Σε κάθε τέτοιο παραμύθι επαναλαμβανόταν το μοτίβο μιας αιώνιας αγάπης, μιας ευτυχίας σαν κι αυτή που σου είχαν κλέψει. Πρίγκιπες και βασιλοπούλες πάσχιζαν για να την κερδίσουν και κάθε φορά που έφτανες στο ευτυχισμένο τέλος του παραμυθιού, δεν μπορούσες να μην κλάψεις από χαρά.
Έτσι, έμαθες να πιστεύεις ότι αιώνες υποταγής στη λογική δεν είχαν καταφέρει να σβήσουν την αλήθεια της καρδιάς. Και δεν έβλεπες ότι αυτή η αλήθεια δεν ήταν παρά μια καρικατούρα της δικής σου, που κάποτε μοιραζόσουν με τον Θεό σου. Ότι ήταν μια αγάπη ζυμωμένη με συμφέροντα και ανταλλάγματα, μια αγάπη περασμένη από τα φίλτρα αυτάρεσκων εγκεφάλων. Σε ξεγέλασαν, με καλοφτιαγμένα δολώματα, σε τράβηξαν πάλι στη στεριά της λογικής τους, μόνο που αυτή τη φορά δεν το κατάλαβες.
Και συνέχιζες να ζεις και να ελπίζεις. Σκεπάστηκες με θεόρατα παγόβουνα λογικής, η καρδιά σου σκοτείνιασε κι άλλο από τα τέρατα του μυαλού, σφίχτηκε και κλείστηκε, μα εσύ συνέχιζες να ελπίζεις και να μελαγχολείς, να μελαγχολείς και να ελπίζεις.
Αποκομμένος από την πηγή σου, αυτό που έμαθες κι εσύ να ονομάζεις γνώση έγινε η δυστυχία σου. Έμαθες να αμύνεσαι στον πόνο που ο ίδιος ο κόσμος σου γεννά και σε κάνει κοινωνό του, με το «καλημέρα». Έμαθες να υψώνεις τείχη κι έφτιαξες μπουντρούμια για να βάζεις ό,τι σε πονά. Έμαθες πια να είσαι «σκεπτόμενο ον» και «πολιτισμένος». Έμαθες να αγαπάς για να κερδίσεις, έμαθαν να σε αγαπούν για να κερδίσουν.
Και δες τι γίνεται:
Επειδή το αρχικό βίωμά σου δεν έπαψε ποτέ να σε ακολουθεί, υπακούοντας στο ένστικτό σου πασχίζεις να το αναβιώσεις: Κυνηγάς το παραδεισένιο πουλί σου, ονειρεύεσαι την τέλεια σχέση. Την παράδοσή σου σε μια αγκαλιά, τον ιερό σου γάμο. Δακρύζεις με τα δράματα της αγάπης γιατί θέλεις να βρεθείς ξανά στο μαγικό κουκούλι της ευτυχίας σου.
Ύστερα, δηλητηριάζεις την αγάπη σου με το κέρδος. Λες "θα τα δώσω όλα" με την κρυφή ελπίδα ότι θα πάρεις. Πόσες φορές δεν έψαξες για έναν τέτοιο παράδεισο, νόμισες πως τον άγγιξες, αλλά προδόθηκες; Πόσες φορές έζησες και πέθανες γι’ αυτό που νοείς ως αγάπη;
Αν, λοιπόν, θέλεις να αγαπήσεις πραγματικά και η αγάπη σου να καρπίσει ευτυχία, τότε πήγαινε πίσω για να ανακαλύψεις τις πραγματικές αλήθειες σου. Να τις νιώσεις, όχι να τις εξηγήσεις. Κι ύστερα να τις αναστήσεις στο σήμερα ή -πιο σωστά- να τις αναδείξεις, αφού στην πραγματικότητα δεν έχουν πεθάνει ποτέ.
Γι’ αυτό πρέπει να ταξιδέψεις πίσω από τα παραμύθια που σε γαλούχησαν. Να βρεθείς στο κατώφλι της συνείδησής σου, εκεί που άρχισε η σφαγή και ο ξεριζωμός. Εκεί κρύβεται η αγάπη σου κι όχι στις μάταιες ενήλικες αναζητήσεις της λογικής σου.
Αυτήν την αγκαλιά ζητάς να βρεις, που είναι για σένα μάνα και πατέρας, φίλος κι αδελφός, σύζυγος και παιδί. Αυτή κρατά τα κλειδιά της απελευθέρωσής σου. Κι όταν καταφέρεις να δραπετεύσεις οριστικά από τη φυλακή σου, τότε μπορείς να κτίσεις με ασφάλεια έναν όμορφο κόσμο, διαφορετικό από αυτόν που γνώρισες, με τις ψεύτικες αγάπες και τους ψεύτικους Θεούς του νου σου να κοσμούν, απλά, το μουσείο της Ιστορίας σου.
Αυτά έχω να σου πω παιδί μου κι αν κάτι σκίρτησε μέσα σου, διαβάζοντας το γράμμα μου, είναι αρκετό για μένα, αφού είμαι σίγουρος πως σύντομα θα ξεθάψεις το μοτίβο μιας νέας αρχής, για να ζήσεις την ζωή σου όπως πραγματικά την ονειρεύτηκες και να στήσεις μια καινούρια παράδοση, πάνω στα ίχνη αυτών που παρέλαβες.
Σε φιλώ γλυκά
Ο αιώνιος πρόγονός σου