Η ανάπτυξη της Αστρολογίας στο Βυζάντιο
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, μέγας λάτρης της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας, στο έργο του «Έρμιππος» έθεσε τα θεμέλια της διάκρισης ανάμεσα στην Αστρονομία-Αστρολογία και την «μοιρολατρική Αστρολογία».
Η Αστρολογία στο Βυζάντιο αναπτύχθηκε ιδιαίτερα κατά την τελευταία φάση της Αυτοκρατορίας, όπου διαπρεπείς λόγιοι και επιστήμονες απέρριψαν κατηγορηματικά την άποψη, που πρέσβευε ότι όλα είναι προδιαγεγραμμένα και -κατ' επέκταση ακόμη και η παραμικρή απόφαση στη ζωή των ανθρώπων- πρέπει να στηρίζονται στην παρατήρηση των αστερισμών.
Ανάλογοι προβληματισμοί είχαν διατυπωθεί και κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, συνεχίζοντας να απασχολούν τους μελετητές της Αστρολογίας ακόμη και στις μέρες μας αλλά έχει ενδιαφέρον αυτό το πρώτο βήμα στην Βυζαντινή αστρολογική γραμματεία, το οποίο στόχευσε παράλληλα στην ανάδειξη της Αστρονομίας και της κατά κάποιο τρόπο «επιστημονικής Αστρολογίας», διαχωρίζοντας τις από τις δοξασίες και την μοιρολατρία.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, μέγας λάτρης της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας, στο έργο του «Έρμιππος» έθεσε τα θεμέλια της διάκρισης ανάμεσα στην Αστρονομία-Αστρολογία και την «μοιρολατρική Αστρολογία».
Ξεκινώντας από τη θέση ότι υπήρχε επικοινωνία των άνω και κάτω, γινόταν μεν παραδεκτό πως τα άστρα και οι αστερισμοί που αυτά σχημάτιζαν μπορούσαν να προαναγγείλουν γεγονότα, η διάγνωση όμως των γεγονότων αυτών προϋπέθετε ειδικές γνώσεις αστρονομίας. Επιπλέον, υποστήριξε πως οι μοιρολατρικές πεποιθήσεις αντίκεινται στο αυτόβουλο των ανθρώπων.
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τις εκλείψεις και την πρόβλεψη τους, ένα έργο που συνέχισε και ολοκλήρωσε ο διαπρεπέστερος μαθητής του.
Μαθητής του Μετοχίτη ήταν ο Νικηφόρος Γρηγοράς (1295-1359), που είχε κοινές απόψεις με τον δάσκαλο του για την Αστρολογία-Αστρονομία και εξελίχθηκε σε πανεπιστήμονα της εποχής του.
Σύμφωνα με τον Krumbacher, συγγραφέα του κλασσικού έργου «Η ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας» ήταν «ο Βάκων του Βυζαντίου». Εκτός από αστρονόμος, ήταν λογοτέχνης, ιστορικός και μια από τις μεγαλύτερες μορφές της εποχής των Παλαιολόγων.
Παραθέτω ένα μικρό κατάλογο από τα αστρονομικά του έργα
1. Πώς δει κατασκευάζειν αστρολάβον,
2. Πώς δει κατασκευάζειν την εν τω αστρολάβω αράχνην
3. Περί της εν επιπέδω καταγραφής του αστρολάβου
4. Παρακλητική περί αστρονομίας
5. Προς τινά φίλον περί των υβριζόντων την αστρονομίαν
6. Έκθεσις των υπολογισμών των εκλείψεων του ηλίου κατά τον Πτολεμαίον (Έκθεσις ψηφιφορίας εκλείψεως ηλίου εκ της μεγάλης συντάξεως του Πτολεμαίου και εφεξής εκ των Προχείρων διά το σύμφωνον)
7. Το διορθωθέν Πασχάλιον
8. Περί του σύμπαντος
9. Υπόμνημα και συμπλήρωσις των αρμονικών του Πτολεμαίου
10. Σύστημα του κόσμου
Ήταν δάσκαλος Αστρονομίας με πλήθος μαθητών και διακρίθηκε για την χρήση τεχνικών μέσων, πολλά εκ των οποίων ήταν δικής του επινόησης. Ο αστρολάβος που κατασκεύασε ήταν μια εξέλιξη του «επιπεδόσφαιρου» του Ίππαρχου και ήταν τόσο λειτουργικός, που τον οδήγησε στη λύση πολλών αστρονομικών προβλημάτων και σε λεπτομερέστατες προβλέψεις για τις εκλείψεις. Έτσι βρήκε όλες τις εκλείψεις από το 448 επί Θεοδοσίου μέχρι την εποχή του. Μία επίπονη δουλειά, όλα στα χέρι δίχως υπολογιστή.
Όμως ο Γρηγοράς έμεινε στην Ιστορία και για μια ακόμη επινόηση του.
Το πρόβλημα της διόρθωσης της εορτής του Πάσχα, ήταν από τις κυριότερες ασχολίες του. Διαπίστωσε το σφάλμα του Ιουλιανού Ημερολογίου, στο οποίο η διάρκεια του τροπικού έτους υπολογίζονταν ίση προς 365 ημέρες και 6 ώρες, αντί της πραγματικής 365 ημέρες, 5 ώρες 48 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα. Μελέτησε για χρόνια το πρόβλημα αυτό και έδωσε σχέδιο διόρθωσης.
Το σχέδιο αυτό το ανακοίνωσε σε μία «λογική πανήγυριν», όπως έλεγαν τότε τις συγκεντρώσεις των σοφών που συζητούσαν διάφορα επιστημονικά θέματα.
Παρουσίασε τη λύση για το πρόβλημα του Πασχαλίου στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄, το 1324 και ανέπτυξε με πειθώ τα επιχειρήματά του. Ο Αυτοκράτορας για να μη δημιουργήσει σύγχυση στον απλό λαό αλλά και να αποφύγει σύγκρουση με την εκκλησία δεν δέχτηκε την λύση του προβλήματος.
Και βέβαια είναι μάλλον μια τραγική ειρωνεία, το ότι τελικά, η αλλαγή του ημερολογίου έγινε από τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ, το 1578, αφού ο Γρηγοράς υπήρξε ένας από τους πιο επίμονους «ανθενωτικούς».
Η εκκλησία της Ελλάδος έκανε δεκτό το νέο ημερολόγιο, μία επινόηση καθαρά Βυζαντινή και Ελληνική, μόλις το 1923.